ποταμός

ποταμός
Στη φυσική γεωγραφία είναι υδάτινο ρεύμα, που χαρακτηρίζεται από μία σχετική συνέχεια και σταθερότητα τροφοδοσίας και με τομή κοίτης, γενικά, αρκετά ομαλή. Συνήθως αντιδιαστέλλεται από τον χείμαρρο, που έχει πιο ανώμαλους και απότομους αντίστοιχους χαρακτήρες· δεν είναι, όμως, πάντοτε δυνατή μια σαφής διάκριση μεταξύ τους. Ένας π. μπορεί ακόμα να θεωρηθεί ως υδάτινο ρεύμα που έχει μια σχετική υπεροχή ως προς άλλα που συμβάλλουν σε αυτό, και ονομάζονται παραπόταμοι. Λεκάνη απορροής ενός π. θεωρείται η περιοχή της γήινης επιφάνειας, της οποίας όλα τα ρέοντα ύδατα συλλέγονται σε έναν μοναδικό αποδέκτη, τον ίδιο τον π. Οι π. προέρχονται από τη συρροή ρυακιών, από παγετώνα, λίμνη, καρστική πηγή, αναβλύσεις υδάτων κ.ά. Μπορεί να θεωρηθεί συνεχής π., εκείνος του οποίου το ρεύμα χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη σταθερότητα διεύθυνσης και από ορισμένη υπεροχή στην περιοχή όπου ρέει, ενώ ως μη συνεχής, ένας παραπόταμος του π. αυτού, που ρέει σχεδόν παράλληλα προς αυτόν, κατά τον άνω ρου του, παρεκκλίνει πιο κάτω και τελικά συμβάλλει σε αυτόν. Είναι δυνατόν ένας μη συνεχής π. να μετατραπεί σε συνεχή, όταν ο ρους του π. προς τον οποίο συμβάλλει ελαττωθεί σε μήκος, στα ανάντη της συμβολής, όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση που η θάλασσα όπου εκβάλλει ο π. προχωρήσει προς το εσωτερικό ή παρεμβληθούν άλλες γεωμορφολογικές κινήσεις (ανοδικές - καθοδικές) που διακόπτουν τη συμβολή τους. Οι παράγοντες που κυρίως επιδρούν σε έναν π. είναι οι κλιματικοί και οι μορφολογικοί της περιοχής όπου ρέει· από τους πρώτους εξαρτάται κυρίως η τροφοδοσία του· από τους δεύτερους η φυσιογνωμία του ρεύματος. Ο π. πάλι, ασκώντας συνεχή δράση μεταφοράς και απόθεσης υλικών, έχει περισσότερο ή λιγότερο έντονη επίδραση στο ανάγλυφο της περιοχής, της οποίας συλλέγει τα ύδατα. Στον άνω ρου του, που βρίσκεται πλησιέστερα στις πηγές, επικρατεί το φαινόμενο της διάβρωσης· πράγματι, η μεγάλη κλίση της κοίτης προσδίδει ορμητικότερη δύναμη στα ύδατα του π., που σκάβουν και μεταφέρουν τα υλικά της κοίτης, εκβαθύνοντας τον πυθμένα. Αντίθετα, σιγά σιγά, όσο προχωρεί στον μέσο και κάτω ρου του ο π. εγκαταλείπει υλικά όλο και πιο εξειδικευμένα (χαλίκια, άμμο, άργιλο), που επιχωματώνουν και μπορεί να ανυψώσουν την κοίτη του· έτσι, ο π. κυλάει επάνω σε ιζήματα και αναχώματα, που δημιουργεί ο ίδιος, ώστε τελικά να είναι πιο υπερυψωμένος, σχετικά με την κοιλάδα που τον περιβάλλει, ή να σχηματίζεται ένας π. κρεμαστός που μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνος σε περίπτωση πλημμύρας, εξαιτίας των προσχώσεων που μεταφέρει. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι δεν υπάρχει π. που να μην παρουσιάζει εποχιακές διακυμάνσεις μεταφορικής ικανότητας· κατά τους μήνες μεγάλων βροχοπτώσεων, οι π. αποκτούν μεγάλη ποσότητα ρεόντων υδάτων, ενώ κατά τους άνομβρους μήνες έχουν πολύ μικρή, με αντίστοιχες ποσότητες μεταφερόμενων υλών. Μεγαλύτερη σταθερότητα παροχής εμφανίζουν οι π. στους οποίους συμβάλλουν μεγάλου μήκους υδάτινα ρεύματα, προερχόμενα από περιοχές με διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες ή από περιοχές του Ισημερινού με σταθερές βροχοπτώσεις ή, τέλος, που τροφοδοτούνται από πηγές. Όταν η διαφορά μεταξύ θερινής και χειμερινής παροχής ενός υδάτινου ρεύματος είναι σχετικά μικρή, ονομάζεται πρακτικά ποτάμια περιοχή, ενώ στην αντίθετη περίπτωση χειμαρρώδης (το καλοκαίρι τα νερά των χειμάρρων στερεύουν). Υπάρχουν φυσικά π. εποχικοί και διαλείποντες, των οποίων η κοίτη μένει κατά περιόδους ξερή και όμως δεν θεωρούνται χείμαρροι. Ο π. είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες διάβρωσης· με τη διάβρωση αυτή τείνει να δημιουργήσει μια κλίση σε όλο το μήκος της κοίτης του, ώστε ούτε να τη ανασκάπτει ούτε να την επιχωματώνει πλέον, αλλά να επαρκεί μόνο όσο χρειάζεται για να ρέουν τα νερά του. Η κατατομή του π. ονομάζεται τότε κατατομή ισορροπίας, που είναι όμως μόνο θεωρητική, γιατί ποτέ δεν παύει ο π. να μεταφέρει ύλες και να διαβρώνει την κοίτη του. Ονομάζονται νέα ρεύματα ή νεαροί π. όσοι βρίσκονται ακόμα πολύ μακριά από το στάδιο αυτό, διότι μόλις άρχισαν το διαβρωτικό τους έργο και η κλίση τους είναι απότομη. Μετά το στάδιο της νεότητας, περνούν στο στάδιο της ωριμότητας, κατά το οποίο η διάβρωση συνεχίζεται, κάνοντας το ανάγλυφο περισσότερο ομαλό. Όταν οι κοιλάδες έχουν πλέον εκβαθυνθεί και η πρόσχωση έχει αρχίσει, οι π. φτάνουν στο στάδιο του γήρατος (παλαιά ρεύματα), που χαρακτηρίζεται από την αργή ελάττωση των κλίσεων της κοίτης τους, και πλησιάζουν στην κατατομή ισορροπίας. Πολλές φορές τεκτονικές ή ευστατικές κινήσεις διακόπτουν την πορεία του κύκλου αυτού της διάβρωσης του αναγλύφου, η οποία μπορεί να έφτανε ή να μην έφτανε στην τέλεια ισοστατική ισορροπία (πανεπίπεδο)· τότε αρχίζει και πάλι η δράση των εξωγενών παραγόντων της διάβρωσης. Ένας π. μπορεί να εκβάλλει σε έναν άλλο π. ή στη θάλασσα, εγκαταλείποντας στις εκβολές του αποθέσεις υλικών σε σχήμα Δ (δέλτα ποταμών), και που δημιουργούν τενάγη, τα οποία μετατρέπονται με τη συνεχή πρόσχωση σε λιμνοθάλασσες. Άλλη μορφή εκβολής είναι ο ποταμόκολπος. Μπορεί ακόμα τα νερά ενός π. να διηθηθούν μέσα σε διαπερατά πετρώματα ή να χαθούν σε καρστικές καταβόθρες (καρστικότητα) ή ακόμα να εκβάλλουν σε μια λίμνη. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η λίμνη μπορεί να αποτελέσει τη συλλεκτήρια λεκάνη για τη γένεση ενός άλλου, μεγαλύτερου π. Μπορεί όμως ο ίδιος π. να τροφοδοτήσει μια λίμνη και στη συνέχεια να την αποστραγγίσει. Στην περίπτωση αυτή, τα νερά του γίνονται διαυγέστερα, γιατί εγκαταλείπει μέσα στη λίμνη το μεγαλύτερο μέρος των μεταφερόμενων υλών του και ταυτόχρονα παρουσιάζει κατά την έξοδό του μία σταθερότερη παροχή, γιατί η λίμνη αυτή διέλευσης των υδάτων του λειτουργεί ως λεκάνη ρύμθισης του ρεύματος του ποταμού. Μορφές και χαρακτηριστικά φαινόμενα τα οποία δημιουργούν ή υποβοηθούν αποφασιστικά οι π. είναι: η διαμόρφωση σε σχήμα V της κάθετης τομής των κοιλάδων, τα φαράγγια (πολύ στενές κοιλάδες) και τα Κάνυον, που υπερέχουν σε βάθος και μήκος αλλά δεν παρουσιάζουν πάντοτε κατακόρυφα τοιχώματα όπως τα φαράγγια, οι καταρράκτες, οι χύτρες γιγάντων, συνήθως στους πρόποδες των καταρρακτών, μέσα στην κοίτη του π., από την περιδίνηση του νερού, καθώς αυτό χρησιμοποιεί ως φυσικό τρυπάνι τις κροκάλες και τα χαλίκια για να τη διαβρώσει, ανοίγοντας έτσι λεβητοειδείς οπές. Άλλες μορφές είναι οι ποτάμιες αναβαθμίδες, που πλαισιώνουν την κοίτη ενός π. και αποτελούν υπολείμματα παλαιότερων πεδιάδων τις οποίες διάβρωσε ο ίδιος ο π., είτε εξαιτίας ανοδικών κινήσεων της περιοχής είτε γιατί αυξήθηκε η μεταφορική του δύναμη. Σε μερικές κοιλάδες παρατηρείται σειρά αναβαθμίδων σε διαφορετικά επίπεδα, που αντιστοιχούν στα διαδοχικά στάδια της κοίτης. Οι μαίανδροι οφείλονται στην εκτροπή της ευθύγραμμης κοίτης όταν ο π. συναντήσει ένα εμπόδιο (π.χ. ένα σκληρό πέτρωμα), με αποτέλεσμα η κοίτη του να γίνει ελικοειδής. Όταν η κάμψη του μαιάνδρου είναι έντονη μπορεί να αποκοπεί από την κυρίως κοίτη και να σχηματιστούν λίμνες κοντά στην κοίτη ώστε να ευθυγραμμιστεί και πάλι. Οι κώνοι αποθέσεων, όταν καταλήγουν σε λίμνη, ονομάζονται λιμναία δέλτα· οι αλλουβιακές νήσοι προέρχονται από τις αποθέσεις του π. και αναδύονται μέσα από την κοίτη του, ενώ τα αλλουβιακά ριπίδια αναπτύσσονται κυρίως στην απότομη είσοδο των ορεινών ρευμάτων μέσα στην πεδιάδα και οφείλονται σε αλλεπάλληλες εμφράξεις της κοίτης τους με κωνικούς ή ριπιδοειδείς σωρούς προσχώσεων, εξαιτίας μειωμένης μεταφορικής ικανότητας, οι οποίες αναγκάζουν το ρεύμα να στραφεί προς τα πλάγια. Οι αλλουβιακές πεδιάδες προέρχονται από την πλήρωση βαθύπεδων λιμνών, θαλάσσιων κόλπων κλπ. με ποτάμιες αποθέσεις. Άλλα φαινόμενα της δράσης των π. είναι τα τενάγη και τα δέλτα, ο σχηματισμός των οποίων προϋποθέτει μικρή κλίση της ακτής και έλλειψη παλίρροιας· τα δέλτα είναι ένας κώνος προσχώσεων που αποτίθενται μέσα στο νερό. Ζωηρό υπήρξε πάντα το ενδιαφέρον του ανθρώπου για τους π.· οι πρώτοι πολιτισμοί (σινικός, ινδικός, βαβυλωνιακός, αιγυπτιακός κ.ά.) αναπτύχθηκαν κοντά σε μεγάλα υδάτινα ρεύματα, όπου και διατηρήθηκαν περιοχές με πυκνές εγκαταστάσεις ή δημιουργήθηκαν σε νεότερες εποχές. Αυτό συμβαίνει γιατί οι π. αποτελούν ταυτόχρονα μία άνετη φυσική αρτηρία συγκοινωνίας και διείσδυσης προς το εσωτερικό μιας περιοχής (πλωτοί π.), ένα φυσικό ιχθυοτροφείο και μια παρακαταθήκη δομικών υλικών, ενώ τα νερά τους, εκτός από τη χρησιμοποίησή τους για υδρευτικούς και αρδευτικούς σκοπούς, καθώς και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αποτελούν με τις προσχώσεις τους, ένα σημαντικό παράγοντα γονιμότητας του εδάφους, όπως, για παράδειγμα, ο Νείλος. Στην Ελλάδα, κανείς από τους υπάρχοντες π. δεν είναι πλωτός· το συνολικό τους μήκος είναι περίπου 2.300 χλμ. Τα υλικά που μεταφέρονται αιωρούνται στα νερά τους, καθώς και αυτά που σύρονται μέσα στην κοίτη τους, προκαλούν έντονη διάβρωση, με αποτέλεσμα τη συνεχή αλλαγή της μορφολογίας της χώρας μας. Μεταφορά ξυλείας με ταχύπλοο βενζινοκίνητο ποταμόπλοιο στην Παραγουάη. Ο ποταμός Νείλος που διασχίζει το κέντρο του Καΐρου στην Αίγυπτο (φωτ. ΑΠΕ). Σχηματική διαδρομή ενός ποταμού από τις πηγές ως τις εκβολές του. To ορεινό τμήμα του ρου του χαρακτηρίζεται από ισχυρή κλίση και από υπερβολικά σφοδρή δύναμη του νερού γι’αυτό επικρατούν η διάβρωση και η μεταφορά υλικών. 0 ποταμός υπερνικά τις μεγάλες υψομετρικές διαφορές με καταρράκτες (1) ή με φάραγγες (2). Κατά την είσοδό του στην πεδιάδα, επειδή η κλίση μειώνεται απότομα, μειώνεται η ορμή του νερού και συνεπώς και η μεταφορική του ικανότητα: έτσι σχηματίζονται οι κώνοι απόθεσης (3). Οι λίμνες που σχηματίζονται στους πρόποδες των βουνών (4) ενεργούν ως ρυθμιστές της πλημμύρας των νερών. Στο τελευταίο τμήμα της διαδρομής του ο ποταμός ρέει μέσα στην πεδιάδα σχηματίζοντας μαιάνδρους: αντίστοιχα, ο ποταμός διαβρώνει την κοίλη όχθη (5) και αποθέτει τα υλικά στην αντίστοιχη κυρτή άχθη (6). Η δράση της απόθεσης υπερισχύει της διάβρωσης: η κοίτη μπορεί να είναι υπερυψωμένη σε σχέση με τη γύρω πεδιάδα (7) μέσα στο ρεύμα μπορεί να δημιουργηθούν αμμώδη νησάκια (8)· ο ποταμός μπορεί να αποσυρθεί από τα εσωτερικότερα σημεία των κόλπων (9)· στην περιοχή των εκβολών (που μπορεί να έχουν τη μορφή δέλτα ή αμμώδους ακτής) ο ποταμός αφήνει τα τελευταία κλαστικά υλικά, που καθώς συσσωρεύονται (10) μπορούν να δημιουργήσουν λιμνοθαλάσσιους σχηματισμούς ή τέναγη. Ο ποταμός Μπάρο.
* * *
ο, ΝΜΑ
1. μεγάλο ρεύμα γλυκών υδάτων, μεγάλη ποσότητα νερού που ρέει συνεχώς σε μια κοίτη με καθορισμένες όχθες και που τροφοδοτείται από τα νερά τών βροχών, από πηγές και από την τήξη παγετώνων (α. «και συνέπεσε να περιηγείται κάποιαν κοιλάδα τριγυρισμένην από πέντε ποταμούς», Ζερβ.
β. «καὶ κατέβη ἡ βροχὴ καὶ ἦλθον οἱ ποταμοί...», Μηναί.
γ. «ἐς ποταμὸν βαθύρροον, ἀργυροδίνην», Ομ. Ιλ.)
2. μτφ. αφθονία, μεγάλη ποσότητα, πληθώρα, πλημμύρα (α. «ποταμοί δακρύων» β. «ποταμοὶ νοημάτων», Ιωάνν. Χρυσ.
γ. «ποταμὸς πραγμάτων», Πορφ.)
3. ρεύμα, ροή, ρους (α. «ο ποταμός τής λάβας» β. «ἐκραγήσονταί ποτε ποταμοὶ πυρὸς δάπτοντες... τῆς καλλικάρπου Σικελίας λευροὺς γύας», Αισχύλ.)
4. φρ. «άνω ποταμών» — λέγεται για να δηλώσει κάτι που ξεφεύγει τελείως από τη λογική, που είναι τελείως παράλογο και αφύσικο
νεοελλ.
1. καθεμιά από τις μεγάλες δοκούς στέγης ή πατώματος, κν. τράβα
2. παροιμ. φρ. «ποταμέ μου, να μη σέ ήξερα, κολύμπι που θα σέ πέρναγα» — αν δεν ήξερα τί σόι άνθρωπος είσαι, ποιος είναι ο πραγματικός σου χαρακτήρας, θα σέ εμπιστευόμουν
αρχ.
1. διώρυγα, κανάλι («ξηρανθεῑσαι γὰρ τοῡ θέρους ξηραίνουσι και τὸν ποταμόν», Στράβ.)
2. ως κύριο όν. ο Ποταμός
α) ονομασία τού αστερισμού Ηριδανός
β) ονομασία θεότητας
3. φρ. α) «ποταμῷ μεγάλῳ ὀχετὸν ἐπάγεις» — λεγόταν για να δηλώσει τη μηδαμινότητα τής συμβολής κάποιου καθώς και τη ματαιοδοξία ή και τη ματαιοπονία
β) «ποταμῷ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῶ» — λεγόταν για δήλωση τής διαρκούς ροής τών πραγμάτων, τής συνεχούς κίνησης και αλλαγής (Ηράκλ.)
γ) «νυκτὸς ποταμός» — ο ποταμός τού άδη (Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ποτ-αμός, κατά την επικρατέστερη άποψη, έχει σχηματιστεί από την ετεροιωμένη βαθμίδα ποτ- τού πίπτω* (πρβλ. αόρ. -πετ-ον) + επίθημα -αμός (πρβλ. συλ-αμός, πλόκ-αμος) με την έννοια ότι ο ποταμός χύνεται ορμητικά καθώς σε πολλές περιπτώσεις πέφτει από ψηλά. Προβλήματα ωστόσο στην ανεπιφύλακτη σύνδεση τού τ. με το ρ. πίπτω γεννά η χρησιμοποίηση τού επιθ. διι-πετής* «ορμητικός» ως προσδιορισμού τής λ. ποταμός. Η σύνδεση τού τ. με το ρ. πετάννυμι «απλώνω, εκτείνω», με την έννοια ότι ο ποταμός είναι μάζα νερού που απλώνεται, εκτείνεται, δεν ικανοποιεί από σημασιολογική άποψη.
ΠΑΡ. ποταμηδόν, ποτάμι(ον), ποτάμιος
αρχ.
ποταμεύς, ποταμήϊος, ποταμηνή, ποταμιαῖος, ποταμίσκος, ποταμίτης, ποταμῖτις, ποταμόνδε
αρχ.-μσν.
ποταμώδης
νεοελλ.
ποταμάκι, ποταμήσιος, ποταμιά, ποταμίδα, πόταμος.
ΣΥΝΘ. (Α' συνθετικό) ποταμογείτων
αρχ.
ποταμηγός, ποταμηπόρος, ποταμοδιάρτης, ποταμόκλυστος, ποταμόρρυτος, ποταμοφυλακία, ποταμόχους, ποταμόχωστος
μσν.
ποταμοθάλασσα, ποταμόπνικτος, ποταμορριφής
νεοελλ.
ποταμάρχης, ποτάμαρχος, ποταμογενής, ποταμοδέτης, ποταμόκολπος, ποταμολίμνη, ποταμολογία, ποταμόμετρο, ποταμοπλαγκτόν, ποταμοπλοΐα, ποταμόπλοιο, ποταμόσυκο, ποταμόφιλος, ποταμοφράκτης, ποταμοφυής, ποταμόψαρο. (Β' συνθετικό) ιπποπόταμος, πολυπόταμος
αρχ.
διπόταμος, καλλιπόταμος, κυνοπόταμος, ξηροπόταμος
νεοελλ.
ακροπόταμος, ξεροπόταμος, παραπόταμος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ποταμός ο — και ποτάμι, το 1. φυσική δίοδος υδάτινου ρεύματος που χαρακτηρίζεται από σχετική σταθερότητα κοίτης και στάθμης. 2. μτφ., μεγάλη ποσότητα υγρού: Ποτάμι το αίμα έτρεξε στη μάχη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ποταμός — river masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόταμος — Στη φυσική γεωγραφία είναι υδάτινο ρεύμα, που χαρακτηρίζεται από μία σχετική συνέχεια και σταθερότητα τροφοδοσίας και με τομή κοίτης, γενικά, αρκετά ομαλή. Συνήθως αντιδιαστέλλεται από τον χείμαρρο, που έχει πιο ανώμαλους και απότομους… …   Dictionary of Greek

  • Ποταμός — Sp Potãmas Ap Ποταμός/Potamos L Kerkyra ir Kityra, Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Ερυθρός ποταμός — Ποταμός (1.200 χλμ.) της Κίνας, που πηγάζει από τα βουνά Γιουνάν (σε υψόμετρο 2.170 μ.). Ο ποταμός, που ονομάζεται από τους Κινέζους Σονγκ Κόι, διασχίζει το βόρειο Βιετνάμ και εκβάλλει στον κόλπο του Toνκίν, σχηματίζοντας μεγάλο δέλτα. Βλ. λ.… …   Dictionary of Greek

  • Κίτρινος ποταμός — (κινεζ. Χουάνγκ Xo). Ποταμός (4.845 χλμ.) της Κίνας, ο δεύτερος σε μήκος και σε λεκάνη απορροής (745.000 τ. χλμ.) μετά τον Γιανγκτσέ. Ο Κ.π. πηγάζει από το υψίπεδο του Θιβέτ, Ν της οροσειράς Κουνλούν, λίγο πιο ψηλά από τις λίμνες Τσαρίνγκ και… …   Dictionary of Greek

  • Γιανγκτσέ ή Γιανγκτσέ Κιανγκ — Ποταμός (5.552 χλμ.) της Κίνας, ο μεγαλύτερος της Ασίας και τέταρτος στον κόσμο μετά τον Νείλο, τον Μισισιπή Μιζούρι και τον Αμαζόνιο Ουκαγιάλι. Έχει λεκάνη απορροής 2.000.000 τ. χλμ. και αποτελεί μεγάλη συγκοινωνιακή αρτηρία μεταξύ της παράκτιας …   Dictionary of Greek

  • Αγκαρά ή Ανγκαρά — Ποταμός (1.799 χλμ.) της Σιβηρίας. Διαρρέει την περιοχή του Ιρκούτσκ και την ακραία περιοχή του Κρασνογιάρσκ. Πηγάζει από το ΝΔ άκρο της λίμνης Βαϊκάλης και είναι δεξιός παραπόταμος του ποταμού Γιενισέι. Ο ποταμός είναι πλωτός από το Ιρκούτσκ έως …   Dictionary of Greek

  • Καρπενησιώτης — Ποταμός (15 χλμ.) της Στερεάς Ελλάδας στον νομό Ευρυτανίας. Διασχίζει το λεκανοπέδιο του Καρπενησίου, απ’ όπου προέρχεται και η ονομασία του. Ακολουθεί παράλληλη πορεία με την οδό Καρπενησίου Προυσού και αργότερα ενώνεται με τους ποταμούς… …   Dictionary of Greek

  • Σάβος — Ποταμός της βόρειας πρώην Γιουγκοσλαβίας, δεξιός παραπόταμος του Δούναβη, που φτάνει στο Βελιγράδι ύστερα από ρου 712 χλμ (είναι ο μακρύτερος ποταμός που ρέει σε όλο το μήκος του στη Σλοβενία, Κροατία, Σερβία, Βοσνία Ερζεγοβίνη). Πηγάζει από τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”